Jesuits.gr

Τεύχος 1076

H Καθολική Εκκλησία, στα πλαίσια του δυτικού κόσμου, περιθωριοποιείται. Εδώ και μερικές δεκαετίες εξωθείται στο περιθώριο, όχι μόνο του δημόσιου χώρου, πράγμα που δεν είναι κάτι νέο, αλλά και των νοοτροπιών και της ίδιας της κοινωνίας. Αυτό, βέβαια, δεν  εμποδίζει να αναπτύσσονται και να ευδοκιμούν σε πολλά μέρη παλιές και νέες εστίες εκκλησιαστικής ζωής. Η γενική τάση, όμως, είναι αυτή του θρησκευτικού αποχρωματισμού της κοινωνίας.

Αυτό είναι γεγονός παράδοξο αν σκεφτούμε πόσες προσπάθειες και πόσους αγώνες έκανε η Εκκλησία, ακριβώς για να μείνει κοντά στον κόσμο αυτόν, να τον πλησιάσει, να τον καταλάβει, να του μιλήσει.

Ο διαχωρισμός αυτός θα ήταν πιο βαθύς, πιο ριζικός και πιο δραματικός αν δεν υπήρχε η Β’ Σύνοδος του Βατικανού. Η Σύνοδος αυτή τοποθέτησε την Εκκλησία στο σημερινό κόσμο, τη συμφιλίωσε με το σύγχρονο πολιτισμό, με αυτό που ονομάζουμε νεωτερικότητα, μετά από τρεις αιώνες προσπαθειών συνεννόησης,  τριβών και συγκρούσεων. Ως σύνολο, η Καθολική Εκκλησία μπορεί να συνομιλήσει και να συνεργαστεί με όσους την περιβάλλουν και της αντιτίθενται μέσα στη διεθνή κοινότητα, παρότι έχει μια κληρονομιά χιλιετιών πάνω της. Αυτό δε σημαίνει βεβαίως ότι πετυχαίνει πάντα έναν τέτοιο στόχο.

Παρότι η Καθολική Εκκλησία πήρε τη θέση της στο σημερινό πολιτισμό, ο δυτικός κόσμος, εν πολλοίς, πήρε πορεία που τον απομακρύνει από τις χριστιανικές του ρίζες.  Οι καθολικοί αισθάνονται και είναι, πλέον, μειονότητα . Ίσως ουσιαστικά να ήταν πάντα έτσι. Αλλά και ως μειονότητα, αυτή έχει τη δυνατότητα να παραμείνει φως και λόγος μέσα στον κόσμο λόγω του Ευαγγελίου, αλλά και σε ζωντανό διάλογο με το σύγχρονο άνθρωπο, γιατί προσπάθησε να μάθει τη γλώσσα του. Έχει τα εργαλεία να κάνει τη δουλειά της. Η δουλειά της είναι πάντα η ίδια: να δώσει μαρτυρία για το Ευαγγέλιο και τη σωτηρία του Χριστού. Τα εργαλεία της τα έδωσε η τελευταία Σύνοδος. Μένει να συνεχίσει τη δουλειά της και στην παρούσα εποχή.

Translate »